Σαν σήμερα, στις 12 Σεπτεμβρίου 1683, ξεκίνησε μία από τις σημαντικότερες μάχες στην Ιστορία της ανθρωπότητας, καθώς αποσοβήθηκε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή η ισλαμική επέκταση στην χριστιανική Ευρώπη. Η Βιέννη, η λεγομένη τότε και «χρυσό μήλο των Γερμανών», πολιορκούνταν για δεύτερη φορά από περισσότερους των 100 χιλιάδων Τούρκων υπό την διοίκηση του Μεγάλου Βεζύρη Καρά Μουσταφά Πασά.
Εκείνη την ημέρα, στη μάχη του Κάλενμπεργκ κοντά στη Βιέννη, ο οθωμανικός στρατός σαρώθηκε από την «μαύρη πλημμύρα που κατέβαινε από τα γύρω βουνά», τον ενωμένο Χριστιανικό Στρατό του Πολωνού Βασιλιά Γιόχαν Σομπιέσκι ΙΙΙ., των Αψβούργων του Λεοπόλδου Ι. και της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, κύριος χρηματοδότης των οποίων ήταν ο Πάπας Ιννοκέντιος ΧΙ.
Οι Οθωμανοί έκαναν το λάθος να πιστέψουν ότι ο Πολωνός Βασιλιάς, που ανέβηκε στο θρόνο του με την καθοριστική παρέμβαση του Γάλλου βασιλιά και «φίλο των Τούρκων» Λουδοβίκου XIV. θα έμεινε αμέτοχος. Έπεσαν όμως έξω στους υπολογισμούς τους με τους Πολωνούς σιδερόφρακτους ιππότες να είναι αυτοί που καθόρισαν το αποτέλεσμα αυτής της «εύκολης νίκης», ενώ δεν ήταν λίγα και τα στρατιωτικά λάθη στα οποία υπέπεσαν οι Οθωμανοί. Στην Κωνσταντινούπολη ο Σουλτάνος Μεχμέτ IV. δεν είχε παρά να διατάξει την δολοφονία με στραγγαλισμό του Μεγάλου Βεζύρη όταν αυτός επέστρεψε ηττημένος στο Βελιγράδι και να βάλει μια για πάντα τέλος στις μεγαλομανείς κατακτητικές επιδιώξεις του.
Σήμερα, αυτή η τουρκική εμπειρία με τις δύο πολιορκίες της Βιέννης από τους Οθωμανούς παραμένει ακόμα ζωντανή για τους Αυστριακούς και ο στρατηγός τους σ΄ εκείνη τη μάχη Ludwig Wilhelm von Baden-Baden, ο λεγόμενος και „Türkenlouis“, παραμένει ένας θρύλος. Ίσως όμως αυτός να είναι και ένας λόγος που η πολιτική της Αυστρίας σε σχέση με την Τουρκία διαφοροποιείται από αυτήν των Γερμανών, οι οποίοι ανέκαθεν θεωρούνται «φιλότουρκοι», άλλοτε κρυφά κι άλλοτε φανερά, έχοντας και μια πιο «συγκαταβατική» θεώρηση του Ισλάμ.
Ήδη από τον 19ο αιώνα στην περίοδο του γερμανικού ιμπεριαλισμού του Δεύτερου Ράιχ Γερμανοί αξιωματούχοι προσπαθούσαν να ενσωματώσουν το Ισλάμ στην αποικιοκρατική πολιτική τους παρέχοντας θρησκευτικές ελευθερίες στις μουσουλμανικές περιοχές που κατακτούσαν (Καμερούν, Τόγκο, Γερμανική Αν. Αφρική) επιτρέποντας το νόμο της Σαρία, τα ευσεβή ιδρύματα (Waqf), τα σχολεία κορανίου κλπ. με αποκορύφωμα τη δήλωση του Κάιζερ Γουλιέλμου ΙΙ ότι είναι «φίλος των 300 εκατομμυρίων Μωαμεθανών της υφηλίου». Το γερμανικό ενδιαφέρον για το Ισλάμ συνεχίστηκε και στη διάρκεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης στο Μεσοπόλεμο και βρήκε την κορύφωσή του στην περίοδο της ναζιστικής Γερμανίας και ιδιαίτερα στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν εκατοντάδες χιλιάδες Μουσουλμάνοι στρατιώτες απ΄ όλο τον ισλαμικό κόσμο πολέμησαν στο πλευρό των ναζί «για τον προφήτη και τον φύρερ» (Βλ. David Motadel: "Für Prophet und Führer. Die islamische Welt und das Dritte Reich").